Σε εκείνη τη βροχερή 27η μέρα του Μαΐου υπήρξαν αρκετοί που επέλεξαν να αψηφήσουν τις προβλέψεις της ΕΜΥ και να κατευθυνθούν στη Μαλακάσα για να θυμηθούν τα νιάτα τους παρακολουθώντας τους Roxette. Οι πιο metal τύποι πάλι βρέθηκαν στο Αν Club, για να δουν από πολύ κοντά τον Marty Friedman και την μπάντα του. Ο πρώην κιθαρίστας των Megadeth, πλάι στον οποίο ο Dave Mustaine βρήκε τον καλύτερο συνοδοιπόρο και δημιούργησε μαζί με την υπερομάδα των Ellefson/Menza τα καλύτερά τους άλμπουμ, ακολουθεί προσωπική καριέρα (η οποία ξεκίνησε πριν τους Megadeth και δεν σταμάτησε ούτε όσο βρισκόταν στις τάξεις τους) και βρέθηκε πρώτη φορά στην Ελλάδα ως σόλο καλλιτέχνης και ηγέτης του δικού του συγκροτήματος.
Είναι ευρύτατα γνωστό επίσης πως εδώ και πολλά χρόνια διαμένει μόνιμα στο Τόκυο, όπου είχε μέχρι και δική του τηλεοπτική εκπομπή, έτσι αναπόφευκτα η μπάντα του αποτελείται από Ιάπωνες μουσικούς: Έναν θεοπάλαβο υπερκινητικό ντράμερ (Mitsuru Fujisawa) με εμφάνιση μέλους 80s glam μπάντας, έναν μπασίστα (Ryota Yoshinari) με πιο «νορμάλ» στήσιμο και έναν κιθαρίστα (Takayoshi Ohmura) με ερμαφρόδιτο παρουσιαστικό αλλά ζηλευτές ικανότητες στην κιθάρα, ο οποίος έλαβε και τα ιδιαίτερα εύσημα του Friedman στην παρουσίαση της μπάντας.
Σε οικογενειακό κλίμα, με το Αν να είναι άνετα γεμάτο ευνοώντας την σωστή απόλαυση ενός κιθαριστικού live, ο Marty Friedman και η μπάντα του αποθεώθηκαν και μπήκαν φουριόζοι με το Street Demon από το Loudspeaker του 2006. Οι ηχητικές εγκαταστάσεις του Αν και ο ηχολήπτης έκαναν θαυμάσια δουλειά που φάνηκε από το ξεκίνημα: ο ήχος ήταν δυνατός σε ανεκτά για τους ενισχυτές επίπεδα και αρκετά καθαρός για να ακούγονται όλα τα όργανα και όλες οι πενιές της κιθάρας του Friedman – άλλωστε για χάρη τους παρευρέθηκε όλος αυτός ο κόσμος, στην πλειοψηφία τους μουσικοί και δη κιθαρίστες. Ο Friedman με τους κοθόρνους τους θύμισε Paul Stanley – το πρόσωπο και τα μαλλιά έτσι κι αλλιώς παραπέμπουν εκεί! Ο κόσμος δεν φάνηκε να γνωρίζει αρκετά από τα κομμάτια που ακούστηκαν, αυτό δεν είχε όμως τόση σημασία μιας και οι συνθέσεις του πάντοτε στήριζονταν λιγότερο στην τεχνική και περισσότερο στην αίσθηση ενός «κανονικού» κομματιού, οπότε οι δύο ώρες που διήρκεσε η συναυλία κύλησαν ευχάριστα για όλους.
Ο Friedman μίλησε ελάχιστα αλλά ήταν αρκετά εγκάρδιος, ανταποδίδοντας την θερμή υποδοχή του ελληνικού κοινού – η οποία δεν ήταν τόσο θερμή τελικά ώστε να μας χαρίσει το 2ο encore που καθόριζε το σκονάκι του setlist. Και η αλήθεια είναι πως ο περισσότερος κόσμος είχε έρθει για να ακούσει και λίγο Megadeth ή έστω Cacophony από τα χεράκια του Χαβανέζου μουσικού. Τελικά μόνο ένα μέρος του Tornado Of Souls (και δη το θρυλικό σόλο) επιβεβαίωσε την αφίσα της συναυλίας, και όντως ήταν μία μαγική στιγμή από ένα από τα καλύτερα album της thrash ιστορίας.
Τα πιο πρόσφατα άλμπουμ του Marty Friedman είναι επηρεασμένα από την J-pop μουσική που κατά κόρον ακούγεται στα ιαπωνικά ραδιόφωνα, και μάλιστα το προηγούμενό του περιέχει αποκλειστικά διασκευές γνωστών (στην Ιαπωνία εννοείται) J-pop τραγουδιών «my own way”, όπως μας είπε. Από αυτό το άλμπουμ έπαιξε μερικές επιλογές (τίτλους μη ζητήσετε, τα ιαπωνικά ιδεογράμματα στο setlist δεν βοήθησαν…). Ο Friedman αναφέρθηκε στην Ιαπωνική τραγωδία του περασμένου μήνα με έναν συγκρατημένο λόγο, και αφιέρωσε ένα τραγούδι, το μόνο με φωνητικά (του μπασίστα, συγκεκριμένα) που ακούστηκε στη συναυλία. Οι συνειρμοί με την τωρινή κατάσταση της Ελλάδας δεν μπορούσαν να αποφευχθούν…
Σε γενικές γραμμές το σόου δεν είχε κουραστικές επιδείξεις τεχνικής, αλλά καλή διάθεση από μουσικούς και κοινό, που χάλασε ως εικόνα μόνο από τις υπερβολικές οικονομικές απαιτήσεις για το meet & greet session που ακολούθησε και τις οποίες θα αφήσουμε ασχολίαστες με αρνητικό πρόσημο. Η ουσία είναι πως το live ήταν χορταστικό και απολαυστικό, και ως τέτοιο πρέπει να παρέμεινε σε όλους τους παρευρίσκοντες στο Αν.
Μιχάλης Κουρής