Ρυθμός Stage 18/4 2011
Μεγάλη Δευτέρα και ήταν αυτή η πρώτη φορά που με έφερνε ο δρόμος σε μία ζωντανή εμφάνιση του Λουδοβίκου των Ανωγείων. Όμως αυτή η εμφάνιση είχε ιδιαίτερο χαρακτήρα σε σχέση με την όποια συνήθη. Λόγω της Μεγάλης Εβδομάδας, η εναρκτήρια ενότητα της μουσικής παράστασης που έστησε ο Λουδοβίκος ήταν αφιερωμένη σε μοιρολόγια. Ο κόσμος γέμισε το φιλόξενο Ρυθμός Stage στην Ηλιούπολη για να τον ακούσει. Με μία ελαφρά καθυστέρηση κάθισε χειροκροτούμενος στην κεντρική καρέκλα, έπιασε το μαντολίνο του και ξεκίνησε με ένα τραγούδι και μια ιστορία. Σε 50 λεπτά της ώρας παρέλασαν συγκινητικές ιστορίες με έντονο το άρωμα της Κρήτης.
Κάθε τραγούδι προλογιζόταν από μία ιστορία ως εισαγωγή, ιστορία που κατά κανόνα αλλά όχι αποκλειστικά αναφερόταν στην γυναίκα της Κρήτης που θρηνούσε το νεκρό άντρα, γιο, αγαπητικό, ακόμη και ένα κατεστραμμένο χωριό. Τα τραγούδια χαμηλότονα όπως άλλωστε είναι ο κανόνας στη δισκογραφία του Λουδοβίκου, εσωτερικά αλλά μόνο σε ηχητική ένταση: οι εικόνες που περιέγραφαν απαιτούσαν να βυθιστείς για λίγο για να βιώσεις ένα μέρος του δράματος και των συναισθημάτων που διακατείχαν τους πρωταγωνιστές του εκάστοτε τραγουδιού. Κι όμως, μέσα από το μοιρολόι και την βαριά ατμόσφαιρα των στίχων προέκυπταν παράλληλα αισθήματα ψυχικής ανάτασης. Άλλωστε «ο βαθύς πόνος δεν έχει πόνο», έτσι και το συσσωρευμένο συναίσθημα που κουβαλάνε οι γυναίκες της Κρήτης για τους άντρες της ζωής τους απελευθερώνεται στο μοιρολόι.
Ο Λουδοβίκος ερμήνευσε μόνος του τα πρώτα κομμάτια του προγράμματος, και κατόπιν ανέβηκε στη σκηνή το συγκρότημά του: τέσσερις μουσικοί στην κιθάρα, τα πνευστά, τη στάμνα και την κρητική λύρα και η φωνή της Βικτωρίας Ταγκούλη. Αξιοσημείωτο ήταν το γεγονός πως, αντίθετα στις τυποποιημένες συνήθειες μιας ζωντανής εμφάνισης, ο κόσμος δεν χειροκροτούσε καθόλου όσο ο Λουδοβίκος βρισκόταν μονάχος του επάνω στη σκηνή – ώσπου ολοκληρώθηκε ο απόηχος της τελευταίας νότας στο πρώτο τραγούδι που εκτελέστηκε από πλήρη μπάντα. Η ενότητα έκλεισε μετά από 50 λεπτά, με ένα τραγούδι (Μάνα Και Γιος) αφιερωμένο στο Νίκο Παπάζογλου που άφησε τα εγκόσμια την προηγούμενη. Η ατμόσφαιρα βάρυνε αρκετά και το διάλλειμα επιβαλλόταν.
Το δεύτερο μέρος του προγράμματος, μεγαλύτερο σε διάρκεια και ευχαρέστερο σε διάθεση, αφιερώθηκε στον έρωτα και στις διάφορες εκφάνσεις του, πάντοτε με το χαρακτηριστικό κρητικό άρωμα που αποπνέουν οι συνθέσεις και οι εκφραστικοί τρόποι του Λουδοβίκου των Ανωγείων. Εδώ παρουσιάστηκαν πιο πολυακουσμένα τραγούδια και ο κόσμος συμμετείχε περισσότερο σιγοτραγουδώντας μαζί με τον καλλιτέχνη.
Στη σκηνή ανέβηκε δις μια νεαρή ερμηνεύτρια, της οποίας το όνομα δυστυχώς δεν συγκράτησα («ίσως σε λένε Αργυρώ, Μαρία, Ελένη ή Ρωξάνη»), ένας «ψιλόλιγνος μίσχος» όπως την χαρακτήρισε ο Λουδοβίκος, που ερμήνευσε με άγουρη τεχνική αλλά και σεβασμό μερικά τραγούδια στην πρώτη της επί σκηνής εμφάνιση, εισπράττοντας το, απαραίτητο για έναν πρωτοεμφανιζόμενο καλλιτέχνη, χειροκρότημα. Στο δεύτερο μέρος όμως έλαμψε κυρίως το άστρο της Βικτωρίας Ταγκούλη. Κουβαλώντας τα διαπιστευτήρια από την «πτυχιακή» με την Σπείρα Σπείρα του Σταμάτη Κραουνάκη, αποδείχτηκε ιδανική ερμηνεύτρια για τις συνθέσεις του Λουδοβίκου, καθηλώνοντας ουκ ολίγες φορές με την ευαισθησία και την κελαριστή φωνή της, όπως π.χ. στην Σαλώμη. Ο Λουδοβίκος επόπτευε την ερμηνεία των τραγουδιστριών τους, και στο τέλος τις επιβράβευε με ένα σιγανό αλλά ειλικρινές «μπράβο». Με ένα εμβόλιμο 20λεπτο γεμάτο γνωμικά και ανέκδοτα από την Κρήτη ο Λουδοβίκος επιχείρησε μεταστροφή του κλίματος του πρώτου μέρους «για να μη με βρίζετε μεγαλοδευτεριάτικα», και τα κατάφερε: η ηρεμία που αποπνέει ο λόγος του πρόσθετε πόντους στο πηγαίο χιούμορ του και τον αυθορμητισμό των απλών ανθρώπων της Κρήτης των οποίων τις ιστορίες μετέφερε.
Άλλη μία αφιέρωση στον Νίκο Παπάζογλου έμελλε να αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα σημεία της βραδιάς: η Πύλη Της Άμμου, στην οποία συμμετείχε και ο αποθανών, αναφερόταν στην κάθοδο των βορειοελλαδιτών μουσικών στην Αθήνα, αλλά και στην εμμονή κάποιων συντοπιτών τους να κρατήσουν τη Θεσσαλονίκη ως καλλιτεχνικό ορμητήριο («το κόκκινο φουλάρι με ένα μπλουτζίν παλιό/να στέκει με την πλάτη στην Εθνική οδό», όπου το αυθόρμητο χειροκρότημα πλημμύρισε το χώρο και η συγκίνηση ήταν έκδηλη). Το πρόγραμμα έκλεισε με την επαναληπτική εκτέλεση του Ποιο Το Χρώμα Της Αγάπης και ένα οργανικό κομμάτι με δεσπόζουσα την κρητική λύρα. Η ήρεμη ατμόσφαιρα και η ευαισθησία στην εμφάνιση του Λουδοβίκου των Ανωγείων, ποιότητες τόσο αντίθετες με τις επιταγές της σύγχρονης εποχής για θόρυβο και ταχύτητα, με έκαναν να αποχωρήσω από το Ρυθμός Stage με χαμόγελο, σαν να είχε προηγηθεί διαδικασία κάθαρσης του νου.
Μιχάλης Κουρής