1. Ίσως είναι από τις λίγες φορές που μια θεατρική παράσταση ανεβαίνει στο φυσικό χώρο που διαδραματίζεται το έργο. Στη συγκεκριμένη παράσταση, στη λεηλατημένη βίλα του Αλέξανδρου Ιόλα. Μιλήστε μας γι’ αυτή την εμπειρία, που σίγουρα είναι πρωτόγνωρη, και σκηνοθετικά πώς το αντιμετωπίσατε.
Όταν πρωτοεπισκέφτηκα το σπίτι του Ιόλα ήμουν με τον βιογράφο του, κ. Νίκο Σταθούλη, αυτό που θυμάμαι είναι να του λέω, «Η παράσταση πρέπει να γίνει εδώ. Δεν υπάρχει άλλος χώρος πιο ιδανικός». Ο κ. Σταθούλης συμφώνησε και άρχισε τις επαφές με τον Δήμο της Αγίας Παρασκευής και με τον ιδιοκτήτη της βίλλας κ. Γεωργίου. Όλοι μαζί συμπράξανε και έτσι πραγματοποιείται μια μεγάλη μου επιθυμία. Τους ευχαριστώ πολύ για αυτό. Το σπίτι ανοίγει τις πύλες του μετά από πολλά χρόνια και υποδέχεται τον κόσμο, είναι έτοιμο να αποκτήσει ξανά ζωή. Όσον αφορά σκηνοθετικά θα έλεγα ότι όλη η αντιμετώπιση είναι σουρεαλιστική. Δεν υπάρχει ίχνος μίμησης του Ιόλα (εξωτερικής εικόνας-φωνής) αλλά μια προσπάθεια προσέγγισης του πώς μπορεί να έβλεπε ορισμένα πράγματα, πώς μπορεί να σκεφτόταν, πώς αντιδρούσε, τι ένιωθε, τι θα επιθυμούσε να πει.
2. Τι ήταν αυτό που έναν νέο άνθρωπο έκανε να καταπιαστεί με την προσωπικότητα του Αλέξανδρου Ιόλα. Τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε ανεβάζοντας μια σύγχρονη βιογραφία;
Πιστεύω ότι οι νέοι άνθρωποι οφείλουμε να ρισκάρουμε και να κυνηγάμε τις προκλήσεις. Τι μεγαλύτερη πρόκληση θα μπορούσα να ζητήσω από το να ερμηνεύσω έναν τόσο πολυδιάστατο άνθρωπο και πόσο μεγαλύτερο ρίσκο θα μπορούσα να πάρω ανεβάζοντας την παράσταση μέσα στο ίδιο του το σπίτι; Η μεγάλη δυσκολία ανεβάζοντας μια οποιαδήποτε βιογραφία σύγχρονη η όχι, αφού συλλέξεις όλες τις πληροφορίες και το υλικό που μπορείς, πιστεύω ότι είναι το να επιλέξεις ποια σημεία της ζωής του ήρωα θα φωτίσεις, ποια θα παραβλέψεις, ποιους ανθρώπους της ζωή του θα αναφέρεις και ποιους όχι. Να τον αντιμετωπίσεις με σεβασμό χωρίς όμως να τον αγιοποιήσεις. Να τον αγαπήσεις αλλά και να έρθεις σε ρήξη μαζί του.
3. Ποια ήταν η ανταπόκριση του κοινού στο πρώτο ανέβασμα της παράστασης στη Θεσσαλονίκη;
Η ανταπόκριση του κοινού στις παραστάσεις της Θεσσαλονίκης, ήταν πολύ θερμή γέμισε το αμφιθέατρο του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Εξάλλου το όνομα του Ιόλα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τον συγκεκριμένο χώρο μιας και τα 47 έργα που δώρισε αποτέλεσαν την μαγιά για να ξεκινήσει η λειτουργία του.
4. Έχετε κάνει και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης. Σε τι ύφος κινείται;
Πολύς κόσμος δε γνωρίζει ότι ο Ιόλας ήταν εξαιρετικός πιανίστας, μαθητής του Δημήτρη Μητρόπουλου. Λάτρευε την κλασική μουσική, άρα δε γινόταν παρά το μεγαλύτερο μέρος της μουσικής επένδυσης της παράσταση να αποτελείται από τέτοιας υφής κομμάτια.
5. Αν ο Αλέξανδρος Ιόλας ζούσε σήμερα τι είδος μουσικής θα ήταν;
Μα φυσικά και θα ήταν μια σκληρή ροκιά, γιατί και ο ίδιος ήταν τόσο ροκ σαν προσωπικότητα. Ασυμβίβαστος, ανατρεπτικός, ένας άνθρωπος γεμάτος ‘γωνίες’.
6. Υπάρχουν σκέψεις για την πορεία της παράστασης μετά;
Για να είμαι ειλικρινείς δε σκέφτομαι καθόλου το μετά. Το κύριο μέλημα μου είναι να δώσω τον καλύτερο μου εαυτό και να αντιμετωπίσω τις τέσσερις παραστάσεις αυτές σα να είναι οι τελευταίες της ζωής μου.